Η ιταλική κουζίνα επανήλθε στην κορυφή της διεθνούς λίστας του Taste Atlas για το έτος 2025-2026, αποσπώντας την πρώτη θέση από την ελληνική που κατείχε το 2024-2025, με διαφορά που η ίδια η κατάταξη χαρακτηρίζει μικρή.
Στην κατάταξη των εθνικών κουζινών το Taste Atlas τοποθετεί την Ελλάδα στη 2η θέση, το Περού στην 3η και ακολουθούν η Πορτογαλία, η Ισπανία και η Ιαπωνία. Στο σύνολο της δεκάδας αναφέρονται ακόμη η Τουρκία στην 7η θέση, η Κίνα στην 8η, ενώ τη δεκάδα κλείνουν η Γαλλία και η Ινδονησία. Η μεθοδολογία της λίστας συνδυάζει αξιολογήσεις χρηστών, τοπικές αναφορές και ιστορικά στοιχεία για πιάτα και προϊόντα, και συνοδεύεται από χάρτες και σημειώσεις για τεχνικές παρασκευής. Τα αποτελέσματα αποτυπώνουν τόσο τη γεωγραφική εξάπλωση συγκεκριμένων πιάτων όσο και τη σταθερότητα παραδοσιακών πρακτικών που διατηρούνται σε περιοχές με μακρά γαστρονομική παράδοση.
Η ελληνική παρουσία εμφανίζεται ενισχυμένη σε επιμέρους λίστες που συνοδεύουν την παγκόσμια κατάταξη. Στη δεκάδα με τα καλύτερα πιάτα το κοντοσούβλι κατατάσσεται 6ο, ενώ πρώτη αναφέρει το Taste Atlas τη σούπα Vori-vori από την Παραγουάη και δεύτερη τη ναπολιτάνικη πίτσα. Η καταγραφή των πιάτων συνοδεύεται από σύντομες τεχνικές περιγραφές: το κοντοσούβλι αναφέρεται ως παραδοσιακό ψητό με κομμάτια κρέατος σε σούβλα, η ναπολιτάνικη πίτσα ως προϊόν μακρόχρονης τοπικής παράδοσης και η σούπα Vori-vori ως αντιπροσωπευτική της Παραγουάης. Στην κατηγορία των τυριών πρώτη είναι η γραβιέρα. Στα πιάτα με αρνίσιο κρέας τοποθετούνται δεύτερα τα παϊδάκια και πέμπτο το αντικριστό. Οι καταγραφές συνδέουν κάθε εγγραφή με τις πρώτες ύλες και τις τεχνικές ψησίματος ή ωρίμανσης που την χαρακτηρίζουν.
Στις κατατάξεις για τις καλύτερες περιοχές για το φαγητό η Ιταλία καταλαμβάνει τις δύο πρώτες θέσεις με την Καμπανία και την Εμίλια-Ρομάνα. Η Ελλάδα καταγράφει έξι παρουσίες στη δεκάδα: η Κρήτη βρίσκεται στην 3η θέση, η Μακεδονία στην 5η, οι Κυκλάδες στην 6η, η Πελοπόννησος στην 8η και το βόρειο Αιγαίο στην 10η θέση. Οι προτάσεις για κάθε περιοχή περιλαμβάνουν βασικά τοπικά προϊόντα, δημοφιλή πιάτα και τον τρόπο παρασκευής που χρησιμοποιούν έμπειροι παραγωγοί και μικρές επιχειρήσεις. Η λίστα του Taste Atlas παραθέτει επίσης σύντομες ιστορικές αναφορές για την εξέλιξη των γεύσεων και σημειώνει τη σημασία της διατήρησης τοπικών ποικιλιών προϊόντων στην αναγνώριση μιας περιοχής ως γαστρονομικού προορισμού.
Τα συνοδευτικά κεφάλαια της κατάταξης περιλαμβάνουν εκτεταμένες σημειώσεις για τοπικά προϊόντα, καταναλωτικές συνήθειες και εποχικότητα, στοιχεία που χρησιμοποιούν δημοσιογράφοι, ερευνητές και φορείς του τουρισμού για την αποτύπωση της γαστρονομικής ταυτότητας κάθε περιοχής. Στο πλαίσιο αυτό αναδεικνύονται μικροί παραγωγοί, τεχνικές ωρίμανσης και παρασκευής, καθώς και τοπικές ποικιλίες που επηρεάζουν τις γεύσεις. Η παρουσία πολλαπλών ελληνικών περιοχών στη δεκάδα αντανακλά, σύμφωνα με την ίδια την έκθεση, την ποικιλομορφία των πρώτων υλών και των παραδοσιακών τεχνικών που συναντώνται στη χώρα.













