Η Bank for International Settlements, λίγο πριν κλείσει το 2025 και περάσουμε στο 2026, δημοσίευσε μια μελέτη – προειδοποίηση που πέρασε λόγω ημερών μάλλον απαρατήρητη.
Η μελέτη επισημαίνει κάτι πρωτόγνωρο τα τελευταία 50 χρόνια, για πρώτη φορά ο χρυσός και οι χρηματιστηριακές αγορές «ανεβαίνουν» ταυτόχρονα και μάλιστα με ρυθμούς… εκρηκτικούς. Δεν συμβαίνει όμως το ίδιο με τα κρυπτονομίσματα και ειδικά τον «βασιλιά» τους το Bitcoin.
Τα χρηματιστήρια έχουν τροφοδοτηθεί από την ραγδαία ροή κεφαλαίων προς τις επενδύσεις Τεχνητής Νοημοσύνης (ΑΙ), με τις μετοχές τεχνολογίας να οδηγούν τους δείκτες σε πρωτοφανή υψηλά.
Ο χρυσός έχει σημειώσει άνοδο πάνω από το 60% το 2025, ξεπερνώντας τις τελευταίες ημέρες τα 4,500 δολάρια. Οι κεντρικές τράπεζες αλλά – πλέον – και τα ιδιωτικά κεφάλαια όπως σημειώνει η BIS, παγκοσμίως αγοράζουν σε ρυθμούς πρωτόγνωρους, αντιδρώντας στην ανασφάλεια που δημιουργούν το αμερικανικό δημόσιο χρέος και ο επίμονος πληθωρισμός.
Αντίθετα το Bitcoin, συνεχίζει να «διολισθαίνει» από τα υψηλά των 120000 δολαρίων του Οκτωβρίου στα 87000 δολάρια του Δεκεμβρίου, δείχνοντας να μη μοιάζει τόσο με… «ψηφιακό χρυσό», αλλά ένα καθαρά κερδοσκοπικό «όχημα» συνδεδεμένο με τις μετοχές τεχνολογίας.
Η ιστορικά παράδοξη ταυτόχρονη άνοδος χρυσού και μετοχών – χωρίς τη συμμετοχή των κρυπτονομισμάτων – φαίνεται να αναδεικνύει ένα… κοινό παρονομαστή πίσω από την διαφορετική ταυτόχρονη κίνηση των τριών, του χρυσού, των χρηματιστηρίων και του Bitcoin.
Ο κοινός παρονομαστής δεν φαίνεται να είναι άλλος από την κρίση εμπιστοσύνης στο δολάριο ως παγκόσμιο αποθεματικό νόμισμα.
Οι κεντρικές τράπεζες δεν αγοράζουν απλώς χρυσό ως διαφοροποίηση χαρτοφυλακίου, αλλά κυρίως ως ασφάλεια έναντι της αβεβαιότητας γύρω από το αμερικανικό δημόσιο χρέος και την αμφισβητούμενη από τον Τραμπ πολιτική της Federal Reserve, που δεν εξισορροπείται πλέον από την διεθνή εμπιστοσύνη στο δολάριο.
Τα συναλλαγματικά αποθέματα διεθνώς σε χρυσό έφτασαν στο 20% από 15% μέσα σε δύο χρόνια, ενώ οι κεντρικές τράπεζες κρατούν πλέον περισσότερο χρυσό από αμερικανικά ομόλογα, για πρώτη φορά από το 1996 (!), όπως έχουν επισημάνει τα Οικονοκλαστικά σε προηγούμενο σημείωμα.
Και όλα αυτά συμβαίνουν σε ένα περιβάλλον, όπου η ραγδαία διόγκωση των χρηματιστηριακών αγορών (αυτή που αποκαλείται και «φούσκα») αναδεικνύει ένα φαινόμενο «υπερχείλισης» της διαθέσιμης ρευστότητας, όπως έχουν επισημάνει τελευταία ορισμένοι Αμερικάνοι αναλυτές. «Υπερχείλιση» που έχουν δημιουργήσει – αναγκαστικά – οι κεντρικές τράπεζες και έχει μοχλεύσει ακόμα περισσότερο το χρηματοπιστωτικό σύστημα και τα ιδιωτικά κεφάλαια. Όταν η «παραγωγή» χρήματος, άμεση και έμμεση υπερβαίνει κατά πολύ την παραγωγή πραγματικής αξίας, όπως συμβαίνει εδώ και μερικές δεκαετίες, με εκρηκτικές τέτοιες στιγμές (την δεκαετία του ’70 και ’80, το 2008, την πανδημία του 2020, κ.α.) το πλεόνασμα κεφαλαίου «ψάχνει διέξοδο σε οποιοδήποτε περιουσιακό στοιχείο υπόσχεται απόδοση».
Και αυτό συμβαίνει, είτε είναι μετοχές AI, είτε χρυσός.
Το ότι ακόμα και ο χρυσός, το παραδοσιακό “ασφαλές καταφύγιο” που ιστορικά κινείται αντίθετα από τις μετοχές, τώρα ανεβαίνει μαζί τους, υποδεικνύει ότι δεν μιλάμε για φυσιολογική ανάπτυξη. Αλλά για εκδήλωση έλλειψης εμπιστοσύνης και σε πολλές περιπτώσεις, φυγή από το fiat χρήμα, που όπως επισημαίνει η BIS σημαδεύει την αυξανόμενη στροφή των ιδιωτικών – πέραν των θεσμικών – κεφαλαίων προς τον χρυσό, όχι μόνο για ασφάλεια αλλά και ως επενδυτική ευκαιρία.
Η αποτυχία του Bitcoin να ακολουθήσει αυτή την άνοδο και να απορροφήσει με την ίδια εκρηκτική ταχύτητα «ρευστότητα», παρά τη ρητορική περί «ψηφιακού χρυσού», είναι αποκαλυπτική.
Ενώ ο χρυσός τόσο σε φυσική μορφή όσο και στα επενδυτικά προϊόντα χρυσού, σπάει ρεκόρ καθώς οι επενδυτές θεσμικοί και μη, αναζητούν προστασία από την υποτίμηση του δολαρίου, αλλά και κέρδη, το Bitcoin υποχωρεί μαζί με τις «κερδοσκοπικές» μετοχές και την σχέση του με το δολάριο, όταν η όρεξη για ρίσκο μειώνεται.
Αυτό που πραγματικά συμβαίνει θα μπορούσε να πει κανείς ότι είναι «μια διπλή κίνηση».
Αφενός ο χρυσός ανεβαίνει ως πραγματική ασφάλεια συνοδευόμενος από την επιδίωξη πλέον και κέρδους έναντι της νομισματικής ανασφάλειας. Και αφετέρου οι μετοχές (ειδικά της ΑΙ) ανεβαίνουν τροφοδοτούμενες από την ίδια ρευστότητα που υποτιμά το νόμισμα.
Όταν αυτά τα δύο συμβαίνουν ταυτόχρονα, το σήμα είναι σαφές. Το πρόβλημα δεν βρίσκεται στις αγορές, αλλά στο ίδιο το «νόμισμα» που τις τροφοδοτεί.
Καθώς τελειώνει το 2025 και έρχεται το 2026, αυτό που φαινομενικά αποτελεί ασυνήθιστο οικονομικό «στατιστικό παράδοξο» και το οποίο επισημαίνει η Τράπεζα διεθνών Διακανονισμών (BIS), στην πραγματικότητα θα μπορούσε να «διαβαστεί» σαν μια βαθύτερη κρίση. Μια κρίση που διαπερνά το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα και καταγράφει, με «συμπτώσεις» που δεν έχουμε ξαναδεί μέχρι τώρα, την προοδευτική απώλεια εμπιστοσύνης στα fiat νομίσματα και ιδιαίτερα στον «βασιλιά» δολάριο.
Αλλά αυτή είναι μία επισήμανση που έχει γίνει και άλλες φορές στο παρελθόν στα Οικονοκλαστικά…













