‘Αρθρο του Δημήτρη Κωνσταντόπουλου, βουλευτή Αιτωλοακαρνανίας της Δημοκρατικής Συμπαράταξης, στο newpost.gr
Τον Σεπτέμβριο του 2015, στην πρώτη ομιλία ως Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την Κατάσταση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ ξεκίνησε λέγοντας ότι είναι ο πρώτος πρόεδρος που ορίστηκε και εκλέχθηκε με βάση το αποτέλεσμα των εκλογών για την ανάδειξη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Στο πλαίσιο αυτό, είχε τονίσει ότι τις μεγάλες προκλήσεις της Ένωσης η Επιτροπή θα τις αντιμετώπιζε με ιδιαίτερη πολιτική θεώρηση.
Mε βαθιά πολιτικό τρόπο, όπως είχε πει, έχοντας διαρκώς κατά νου τις πολιτικές συνέπειες των αποφάσεων της Επιτροπής. Τότε, η Ένωση είχε αρχίσει ήδη να κατηγορείται ότι διευκολύνει την επικυριαρχία των οικονομικά ισχυρών κρατών-μελών έναντι των υπολοίπων. Πράγματι, μετά την οικονομική κρίση του 2008 και τις μεγάλες απώλειες στα ποσοστά των ευρωπαϊκών σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων στην Ευρώπη, η Ένωση υπέπεσε σε ένα μεγάλο λάθος.
Τα δημοσιονομικά και τα νούμερα, γενικότερα, έγιναν ο πρώτος στόχος, με το πρόσχημα ότι υπηρετούν τους στόχους και τις αξίες της που καθορίζονται στη Συνθήκη της Λισαβόνας και στον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ. Στην πραγματικότητα, όμως, προσπερνούσαν τις αξίες της και υπονόμευαν τους στόχους. Το δυστύχημα είναι πως η Ένωση με δικές της αποφάσεις και επιλογές οδηγήθηκε στη νεοφιλελευθεροποίησή της. Το αποτέλεσμα είναι να έχει αναπτυχθεί μεταξύ των κρατών-μελών μια αντιπαλότητα σε έναν επίπλαστο αγώνα επικράτησης.
Σ’ αυτόν τον αγώνα δεν είδαμε μόνο την Ελλάδα να μετατρέπεται σε αποδιοπομπαίο τράγο και σε βάρος της να ασκείται για πρώτη φορά από τη σύσταση της Ένωσης μια σκληρή δημοσιονομική εποπτεία στο πλαίσιο αυστηρών πολιτικών λιτότητας, που είχαν ως συνέπεια την οικονομική ύφεση, τη διόγκωση της ανεργίας, τη διεύρυνση των ανισοτήτων και τη φτωχοποίηση μεγάλων τμημάτων του πληθυσμού. Χωρίς βέβαια να υπάρχει η απαιτούμενη μέριμνα από πλευράς Ένωσης για την προστασία των συνόρων μας ως συνόρων της ίδιας της Ευρώπης.
Είδαμε επίσης, στην Ισπανία να επανέρχεται με οξύτητα το καταλανικό ζήτημα, ύστερα από την επιβολή μόνιμης ύφεσης και την αύξηση των μεταναστευτικών ροών. Είδαμε στην Ιταλία να δημιουργείται το μεγαλύτερο εθνολαϊκιστικό κόμμα της Δυτικής Ευρώπης, το Κίνημα Πέντε Αστέρων και το εθνικιστικό μόρφωμα, τη Λέγκα του Βορρά να αυξάνει σημαντικά την απήχησή της. Στην Πορτογαλία να εξελίσσεται το εντονότερο κύμα μετανάστευσης νέων εκτός συνόρων, στη Μεγάλη Βρετανία το Brexit από φόβος να γίνεται αίτημα, ενώ στην Πολωνία και στην Ουγγαρία να βάλλεται και να υποχωρεί το κράτος δικαίου.
Αυτή η κατάσταση αποκάλυψε με τον καλύτερο τρόπο ότι αντί η Ένωση να εστιάσει στην εμβάθυνση της πολιτικής ενοποίησής της με στόχο οι προκλήσεις και οι κίνδυνοι από τις διεθνείς εξελίξεις να αντιμετωπίζονται με ενιαία φωνή, υπέπεσε στο λάθος της στενόμυαλης δημοσιονομικής σύγκλισης.
Η κοινωνική συνοχή στη μεγάλη ευρωπαϊκή οικογένεια άρχισε να τραυματίζεται. Σήμερα, η Ευρώπη τείνει να αποκτήσει δυο ταχύτητες και από Ευρώπη των λαών να μετατραπεί σε Ευρώπη των αριθμών. Πάσχει από έλλειψη πίστης των λαών των κρατών-μελών ότι η κοινή πορεία μπορεί να τους εξασφαλίσει ένα καλύτερο μέλλον, μια καλύτερη ποιότητα ζωής. Η ενεργοποίηση, λοιπόν, του άρθρου 7 είναι αναμφισβήτητα μια πράξη ευθύνης από την πλευρά του Ευρωκοινοβουλίου για την προστασία των καταστατικών αρχών της Ένωσης, των θεμελιωδών αρχών δικαίου, όταν αυτές παραβιάζονται από μια χώρα μέλος. Δεν είναι όμως η λύση. Όχι διότι ενδέχεται η Πολωνία να τη μπλοκάρει στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο.
Αλλά, διότι οι κυρώσεις αποτελούν απλώς έναν χρήσιμο μηχανισμό προστασίας. Η Ένωση στο σημείο που βρίσκεται χρειάζεται τολμηρές αποφάσεις για ουσιαστικότερη και πιο στενή συνεργασία σε κρίσιμους τομείς, όπως για παράδειγμα η εξωτερική πολιτική, το μεταναστευτικό και η πολιτική προστασία. Η δε ανάπτυξη να αποτελεί στοίχημα για όλες τις χώρες με πραγματική στήριξη και όχι με δημοσιονομικά εμπόδια που γίνονται βρόγχος στο λαιμό των πολιτών και οδηγούν σε παρατεταμένη ύφεση. Με αυτές τις σκέψεις ας ευχηθούμε να συνεχιστεί η προσπάθεια για την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση με τις επερχόμενες ευρωεκλογές να είναι η αρχή για την ήττα του ευρωσκεπτικισμού σε όλες τις χώρες κράτη μέλη. Ήρθε η ώρα να αλλάξουμε την Ευρώπη με γνώμονα την κοινωνική συνοχή, την κοινωνική δικαιοσύνη, ώστε σ’ αυτή να ευημερούν οι πολίτες και όχι οι ψυχροί αριθμοί. Αν όχι τώρα, πότε;