Περίπου 1 εκατομμύριο Έλληνες ενήλικες ζουν με την ημικρανία, μια χρόνια νευρολογική πάθηση που προκαλεί εξουθενωτικούς πονοκεφάλους, νευρολογικά συμπτώματα και σημαντική δυσλειτουργία στην καθημερινότητα των πασχόντων. Η ημικρανία δεν είναι «ένας απλός πονοκέφαλος». Πρόκειται για τη δεύτερη αιτία αναπηρίας παγκοσμίως και την πρώτη αιτία για γυναίκες ηλικίας 15–49 ετών, σύμφωνα με διεθνείς μελέτες. Το κοινωνικό και οικονομικό της βάρος είναι τεράστιο: επιβαρύνει τις οικογένειες, το σύστημα υγείας και την παραγωγικότητα της χώρας.
Στην Ελλάδα, η νόσος προκαλεί απώλειες έως 13% σε παραγωγικές ημέρες εργασίας (absenteeism) και έως 48% σε μειωμένη απόδοση κατά την εργασία (presenteeism). Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, η μελέτη WifOR 2025 καταγράφει εντυπωσιακές αποκλίσεις στο κόστος: από 35 δισ. ευρώ στην Τσεχία έως 557 δισ. ευρώ στη Γερμανία. Το μήνυμα είναι σαφές: η ημικρανία δεν πλήττει μόνο τους πάσχοντες, αλλά έχει καταλυτικό αποτύπωμα στην οικονομία και την κοινωνική συνοχή.
Με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Ημικρανίας (11 Σεπτεμβρίου), ο Σύλλογος Ασθενών με Ημικρανία και Κεφαλαλγία Ελλάδος καλεί την Πολιτεία να αναλάβει δράση. «Πολλές φορές οι ασθενείς αισθανόμαστε αόρατοι, χωρίς ουσιαστική υποστήριξη», δηλώνει ο γενικός γραμματέας του Συλλόγου, Κωνσταντίνος Μπίλιας. «Η χώρα μας πρέπει να επενδύσει σε μεταρρυθμίσεις για την έγκαιρη διάγνωση, την εκπαίδευση των γιατρών και την πρόσβαση σε καινοτόμες θεραπείες. Η υποτίμηση της νόσου εμποδίζει την πρόσβασή μας σε θεραπείες που μπορούν πραγματικά να αλλάξουν την ποιότητα ζωής μας».
Υποδιαγνωσμένη και Υποθεραπευμένη νόσος η ημικρανία
Οι νευρολόγοι υπογραμμίζουν ότι η ημικρανία παραμένει υποδιαγνωσμένη και υποθεραπευμένη. Ο Δρ. Μανώλης Δερμιτζάκης σημειώνει: «Η ημικρανία δεν περιορίζεται στο μισό κεφάλι ή στον κρόταφο, όπως πιστεύουν πολλοί. Μπορεί να εκδηλωθεί σε όλο το κεφάλι, στον αυχένα ή στο πρόσωπο, συχνά με ναυτία, εμετό και ευαισθησία στο φως και στους ήχους. Οι κρίσεις είναι βασανιστικές και οδηγούν σε σοβαρή δυσλειτουργία».
Ο Δρ. Ανδρέας Αργυρίου, διευθυντής Νευρολογικής Κλινικής στο ΓΝ Πατρών «Άγιος Ανδρέας», επισημαίνει ότι «λιγότερο από το 25% των ασθενών αναγνωρίζουν τα ερεθίσματα που προκαλούν τις κρίσεις, ενώ έως και το 50% παραμένουν αδιάγνωστοι ή λανθασμένα διαγνωσμένοι. Η απάντηση σε αυτή την υποδιάγνωση είναι η εξειδικευμένη νευρολογική φροντίδα. Η στοχευμένη, εξατομικευμένη θεραπεία μπορεί να διακόψει τον μηχανισμό πρόκλησης της ημικρανίας, προσφέροντας πραγματική ανακούφιση».
Κρίσιμο ζήτημα παραμένει η πρόσβαση στις καινοτόμες θεραπείες
Ο επιστημονικός σύμβουλος του Συλλόγου και εξειδικευμένος νευρολόγος, Δρ. Μιχαήλ Βικελής, καταγγέλλει το Σύστημα Ηλεκτρονικής Προέγκρισης ως βασικό εμπόδιο: «Η διαδικασία αυτή καθυστερεί και αποτρέπει πολλούς ασθενείς από το να λάβουν σύγχρονες προφυλακτικές θεραπείες, ακόμη και όταν κρίνονται ιατρικά απαραίτητες. Σήμερα, μόλις 1.500 ασθενείς στην Ελλάδα λαμβάνουν ανταγωνιστές CGRP, δηλαδή μόλις το 0,25% των πασχόντων».
Το Σύστημα Ηλεκτρονικής Προέγκρισης είναι μία χρονοβόρα και αποτρεπτική γραφειοκρατική διαδικασία έγκρισης των σύγχρονων προφυλακτικών θεραπειών που ευθύνεται για τον αποκλεισμό πολλών ασθενών από τις νεότερες, αποτελεσματικότερες θεραπείες. Είναι υποχρέωση της Πολιτείας να αναθεωρήσει άμεσα και να αντιμετωπίσει την ημικρανία με συγκεκριμένο σχέδιο, ως μια νόσο με τεράστιο κοινωνικό και οικονομικό αποτύπωμα που πλήττει πολλούς συνανθρώπους μας και επιβαρύνει την ποιότητα της ζωής τους, την παραγωγικότητά τους και την καθημερινή τους δραστηριότητα. Απαιτείται η πολιτική ευθυκρισία ώστε να ευθυγραμμιστούμε, άμεσα, με τις στρατηγικές, τα πρωτόκολλα και τις πολιτικές της ΕΕ για να εξασφαλίσουμε μέσω αποτελεσματικών, σύγχρονων και γρήγορων διαδικασιών, τη δίκαιη φροντίδα για όλους τους Έλληνες ασθενείς με ημικρανία, κατέληξε ο Δρ. Βικελής.
Αναγκαίες οι θεσμικές παρεμβάσεις
Οι ειδικοί συμφωνούν ότι η Πολιτεία πρέπει να προχωρήσει άμεσα σε θεσμικές παρεμβάσεις, ώστε να εξασφαλιστεί η πρόσβαση των ασθενών στις αποτελεσματικότερες και ασφαλέστερες θεραπείες. Η αναγνώριση της ημικρανίας ως προτεραιότητα δημόσιας υγείας είναι απαραίτητη, όχι μόνο για την ανακούφιση των πασχόντων, αλλά και για την οικονομική βιωσιμότητα της χώρας.
Η ημικρανία δεν είναι μια «αόρατη» πάθηση. Είναι μια χρόνια νευρολογική διαταραχή που απαιτεί σοβαρή αντιμετώπιση, με πολιτικές που θα ενισχύσουν τη διάγνωση, τη θεραπεία και την κοινωνική αποδοχή. Όπως τονίζουν οι ασθενείς και οι επιστήμονες, η πρόοδος της επιστήμης προσφέρει τα μέσα. Αυτό που λείπει είναι η πολιτική βούληση να εφαρμοστούν.













